ΠΑΤΗΣΤΕ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΔΕΞΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΜΑΣ!

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

Ένα αθησαύριστο «χριστουγεννιάτικο» διήγημα του Ηλία Βενέζη: "Συνομιλία με άγνωστον τέως εχθρό"

"Συνομιλία με άγνωστον τέως εχθρό"
Ένα αθησαύριστο «χριστουγεννιάτικο» διήγημα του Ηλία Βενέζη



Αριστερά: Ο Ηλίας Βενέζης σε νεαρή ηλικία. - Δεξιά: Αναμνηστική φωτογραφία των ανδρών από το Αϊβαλί που επέστρεψαν από τα αμελέ ταμπουρού στην Ελλάδα (από τους 3.000 περίπου αιχμαλώτους του Αϊβαλιού διασώθηκαν μόνο 23 άτομα).
Την Πρωτοχρονιά του 1931 ο Ηλίας Βενέζης δημοσίευσε στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος» της Λέσβου το διήγημα «Συνομιλία με άγνωστον τέως εχθρό». Αφορμή υπήρξε ένα πραγματικό γεγονός: Στο πλαίσιο της πολιτικής προσέγγισης και συμφιλίωσης που είχαν υιοθετήσει τότε οι κυβερνήσεις των δύο χωρών, διεξήχθη στη Μυτιλήνη στις 16 Νοεμβρίου 1930 φιλικός ποδοσφαιρικός αγώνας ανάμεσα στον πρωταθλητή του νησιού Παλλεσβιακό (κι όχι τον Άρη που γράφει ο Βενέζης) και την πρωταθλήτρια Αϊβαλιού Ιτμάν Γιορντού (Αθλητική Φωλιά). Για την ιστορία ο αγώνας έληξε ισόπαλος 2-2.


Το Αϊβαλί στις αρχές του 20ού αιώνα

– Κύριε, θα είχατε την καλωσύνη…
– Ορίστε, κύριε.
– Θα μπορούσα να βρω ένα φαρμακείο… πώς το λένε, πώς το λένε…
Τα μεγάλα, παιδιάτικα, εκφραστικά μάτια ψάχνουν τον αέρα να το βρουν.
– …ένα φαρμακείο, να — όλο…πώς το λένε;… όλο ανοιχτό.
Απ’ τα πολλά καταλαβαίνω πως ζητείται ένα διανυκτερεύον φαρμακείο. Είναι βράδυ, επαύριον των Χριστουγέννων, η σκηνή στα «Ολύμπια».
– Τι θέλετε;
– Θάθελα… ένα ασπιρίνη. Μου πονεί το κεφάλι.
Στο τραπέζι μας, ένας φίλος έχει ασπιρίνη. Του δίνουμε μία.
– Ξένος είσθε, κύριε;
Υποθέτω πως θα πρόκειται για κανέναν βεριτάμπλ ρωμιό, που είνε ντυμένος κουστούμι σπορ, έχει συμπαθητικώτατη μορφή και μόλις ενθυμείται μεταξύ αγγλικής ή γαλλικής και ολίγην τινα ελληνική.
– Ξένος είσθε, κύριε;
– Ναι, είμαι Τούρκος κύριε.
– Α! Τούρκος!
Αναστάτωση στο τραπέζι μας. Τα μάτια ερευνούν ανήσυχα το φαινόμενον. (Άκου, Τούρκος!… λέει ένας σιγανά με δέος. Μωρέ και πού μοιάζει Τούρκος; ψιθυρίζει ένας άλλος). Η συμπαθητική κυρία του γειτονικού τραπεζιού που ασχολείται με την ποίησιν, στηλώνει επί τω ακούσματι μια τόσο τρομαγμένη ματιά.
Πιάνουμε κουβέντα. Ήρθε με την τουρκική ομάδα που έπαιξε με τον «Άρη». Φοιτητής, κάτι τέτοιο. Δεν παίζει φουτ μπωλ. Είνε κωπηλάτης στις λεμβοδρομίες. Τρελλαίνεται για τη θάλασσα.
– Εσείς εδώ, νησιώτες, θα μας ξεπερνάτε βέβαια, στη θάλασσα. Θάχετε πλαζ, θάχετε ωραίες βάρκες, θάχετε ομίλους αποκλειστικά για σπορ στη θάλασσα, ε;
– Βέβαια, βέβαια, πώς…
Η μουσική παίζει ένα ταγκό του τελευταίου ταχυδρομείου. Ο μικρός κύριος προσηλώνεται και παρακολουθεί με κινήσεις του κεφαλιού το σκοπό, σφυρίζει σιγανά και διακριτικά.
– Τι ωραίο πράμμα που είναι η μουσική ε; Δε συμφωνείτε; με ρωτά.
– Απολύτως, απολύτως.
– Πρώτη φορά έρχεστε στη Μυτιλήνη;
– Που βγαίνω έξω, ναι. Αλλά ένα σωρό φορές ταξιδεύοντας για το εξωτερικό την χαιρόμουν απ’ το βαπόρι. Παρακαλούσα να μ’ αφήσουν να βγω. Όχι! όχι! Έτσι και στον Πειραιά: Δεν επιτρέπεται. Έχεις βίζα; Δεν είχα βίζα.
Τότε και γω λέω — μωρέ θα βγω! Κάνω, που λέτε το ρωμηό, λέω: τον πρώτο πόλισμαν που θα δω στο κουμέρκι θα του πω, καλημέρα σας — έτσι θα καταλάβει πως είμαι ρωμηός. Αλλά δε βαριέστε! Μ'έπιασαν. Μα, αλήθεια, διακρίνουμαι από τίποτα;
Φυσικά από τίποτα δε διακρίνεται. Του το βεβαιώνω.
– Και δε μου λέτε, που μάθατε τόσο καλά ελληνικά;
– Μα είμαι από τη Σμύρνη. Παιδάκια όλο με δικούς σας παίζαμε.
– Α, γι’ αυτό;
– Ξέχασα να σας ρωτήσω, λέει πάλι ο μικρός κύριος. Τι γιορτή έχετε σήμερα και χτες.
– Χριστούγεννα.
– Χριστούγεννα; Μα εγώ το λογάριασα, είνε ύστερα από δεκατρείς μέρες. Έτσι δεν είνε;
– Ω, μα δεν έχουμε πια το παληό ημερολόγιο! Αλλάξαμε.
– Α, έτσι; Και γω είχα χάσει το νου μου να λογαριάζω — σαν πήραμε το γράμμα του «Α…». Χριστούγεννα λοιπόν! Καλές γιορτές.
– Ευχαριστώ.
– Αλλάξαμε και μεις το ημερολόγιό μας. Δεν έχουμε πια χίλια τρακόσα τόσα…
– Και σεις αλλάξατε σ’ όλα. Έχετε και τον πολιτικό γάμο, ακόμα.
– Σεις δεν έχετε;
– Όχι.
Τον ρωτώ για τη Σμύρνη. Αν το τάδε και τάδε μέρος που είχαν καεί ξαναχτίστηκαν, τι έγιναν τα ερείπια — οι μεγάλοι θεόρατοι τοίχοι που κρέμουνταν στο τάδε μέρος, λεπτομέρειες σημαδιακές που μπορεί να τις ξαίρει μόνο ένας που είδε τη Σμύρνη μετά την καταστροφή. Ο νέος κύριος απορεί.
– Πού τα ξέρετε εσείς αυτά;
– Α, έτυχε να τα δω, του λέω, πολεμώντας να ξεφύγω μια συγκεκριμένη απάντηση. Μα το παιδί επιμένει. Αναγκάζουμαι να του το πω.
– Έμεινα δεκατέσσερες μήνες στα εργατικά τάγματα.
– Α, αλήθεια!
Το χαρούμενο χαμόγελο σβύνει ξαφνικά απ’ τα χείλια του παιδιού. Με κοιτάζει πολλή ώρα, σιωπηλά.
– Α! έτσι… λοιπόν, Prisonnier de guerre… [1]
– Ναι, έτσι…
– Πάλι μένει σιωπηλό. Κάτι γυρίζει μες το μυαλό του – το καταλαβαίνω. Έπειτα με κοιτάζει μες τα μάτια, ξανά.
– Δηλαδή… μπορούσε να σας είχα σκοτώσει;
– Μπορούσε.
– Και σεις εμένα..
– Και σας, εγώ.
– Μα μήπως αυτό το θελήσαμε, εμείς; λέει πάλι και δείχνει εμένα και κείνον.
Μα όχι, βέβαια εμείς οι δυο δεν το θελήσαμε.
Του κερνάμε απ’ το τραπέζι μας ένα ούζο. Το δέχεται με τόση χαρά — τρεισήμισι δραχμές. Βλέπω τη χαρά αυτή σα με κοιτάζει να μου ευχηθεί.
– Στην υγειά σας.
– Στην υγειά σας.
Μας προσκαλεί να πάμε την άνοιξη, στη Σμύρνη. Μα πρέπει νάρτετε.
– Θάρτουμε. [2]
Ήρθε η ώρα να φύγει. Μου σφίγγει το χέρι θερμά.
– Καλή νύχτα αγαπητέ μου φίλε.
– Καλή νύχτα, φίλε μου.
Θέλησα να τον πω με το μικρό του όνομα. Μα θυμήθηκα πως δεν είχαμε πει τα ονόματά μας. Κι όταν έφευγε ακόμα, πάλι δεν τον ρώτησα. Τι χρειάζουνταν;




[1] Είναι γνωστό ότι στις μέρες της Καταστροφής ο 18χρονος Ηλίας Βενέζης πιάστηκε στο Αϊβαλί από τους Τούρκους και στάλθηκε στα «αμελέ ταμπουρού». Έμεινε αιχμάλωτος 14 μήνες και επέστρεψε στην Ελλάδα στα τέλη του 1923 (από τους 3.000 περίπου αιχμαλώτους του Αϊβαλιού επέστρεψαν μόνο 23 άτομα).
Την προσωπική του οδυνηρή εμπειρία ο Βενέζης την αποτύπωσε στο «Νούμερο 31328» (είναι ο αριθμός που αντικατέστηκε το όνομά του στα τάγματα των σκλάβων), ένα κατηγορητήριο όχι ενάντια στους Τούρκους βασανιστές του, αλλά ενάντια στον πόλεμο που αποθηριώνει τους ανθρώπους. Δικαίως εξυμνήθηκε το βιβλίο ως ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας αντιπολεμικής λογοτεχνίας.

[2] Όταν το «Νούμερο 31328» μεταφράστηκε σε πολλές ξένες γλώσσες και βρήκε αποθεωτική υποδοχή από το ευρωπαϊκό κοινό, το πολιτικό και ακαδημαϊκό κατεστημένο της Τουρκίας ενοχλήθηκε. Κατηγόρησαν το συγγραφέα ότι με τις περιγραφές της θηριωδίας και του μαρτυρίου προσβάλλει τους Τούρκους και του απαγόρευσαν την είσοδο στην Τουρκία. Έτσι ο Βενέζης δεν επισκέφτηκε ποτέ την πατρογονική Μικρά Ασία και το Αϊβαλί.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό βιβλίο το νούμερο 31328. Πρέπει να διαβαστεί από κάθε Έλληνα.

Δημήτρης Λάρισα

Ανώνυμος είπε...

ΩΡΑΙΑ Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ.ΟΚ-
Όμως ,καλό ειναι να ειμαστε ρεαλιστες στις μερες μας.2017μΧ.
αρκει να δουμε το τι κανουν οι ισλαμοφασιστες σφαχτες , στους Χριστιανους της Συριας πχ, για να προσγειωθουμε.
ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΙ ΚΑΝΟΥΝ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΤΖΙΧΑΝΤΙΑ ΠΟΥ ΥΠΟΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΚΑΛΑΑΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΕ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΗΣΙΑ.
Αν ο τουρκαλας μετανοησει , ε τοτε να γινει Χριστιανος και να πει και δημοσιως ενα ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ.
ΑΥΤΟ ΕΙΧΑ ΝΑ ΠΩ.- ΤΕΛΟΣ.